5+1 προτάσεις για τις ενεργειακές δράσεις του Ταμείου Ανάκαμψης

Του Bλάση Οικονόμου και του Χάρη Δούκα


Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) είναι το πιο σημαντικό χρηματοδοτικό αναπτυξιακό εργαλείο που μπορεί να δώσει πραγματική ώθηση στην οικονομία το επόμενο διάστημα, αν χρησιμοποιηθεί ορθολογικά. Οι έλεγχοι που πραγματοποιούνται αυτή την περίοδο στις Βρυξέλλες στα εθνικά σχέδια των κρατών μελών στόχο έχουν να διασφαλίσουν ότι οι Ευρωπαϊκοί κανόνες θα εφαρμοστούν και οι χώρες δε θα χρησιμοποιήσουν το Ευρωπαϊκό Ταμείο για κάλυψη δημοσιονομικών κενών και ήδη προγραμματισμένων έργων. Αντίθετα, οι πόροι θα χρησιμοποιηθούν για πρόσθετη ανάπτυξη, η οποία μάλιστα θα έχει σημαντική συμβολή στην αειφορία και στην προστασία του περιβάλλοντος.

Η Ελλάδα βρίσκεται στη διαδικασία υποβολής των επιμέρους μέτρων του Σχεδίου της και ήδη διαφαίνονται αρκετά σημεία που βρίσκονται στα όρια ή / και εκτός των κανόνων του Ταμείου. Εκκινώντας από τη βασική αρχή, ότι οι δράσεις που θα χρηματοδοτηθούν δεν θα πρέπει να δημιουργήσουν σημαντική περιβαλλοντική ζημιά (Do No Significant Harm principle), αντιλαμβανόμαστε ότι αρκετές από τις δράσεις (π.χ. δαπάνες για κατασκευές αυτοκινητοδρόμων ή καταπάτηση ευαίσθητων περιοχών για δημιουργία υποδομών) δεν θα είναι επιλέξιμες.

Τα πιο σοβαρά όμως σημεία, που χρίζουν σημαντικών βελτιώσεων, βρίσκονται στον τομέα της ενέργειας. Οι πρώτες επιφυλάξεις είναι στην επέκταση του φυσικού αερίου στην επικράτεια, κάτι που καταρχήν δεν θεωρείται επιλέξιμο για χρηματοδότηση από την ΕΕ (όπως και από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων). Η Ελλάδα πιέζει προς την αντίθετη κατεύθυνση με ένα μπλοκ λιγνιτικών χωρών, για να συμπεριληφθεί τελικά το φυσικό αέριο στις πράσινες επενδύσεις, παρόλο που κάτι τέτοιο δεν συνάδει με τις βασικές αρχές του Ταμείου. Το δεύτερο ζήτημα είναι η προσπάθεια αντιμετώπισης της ενεργειακής φτώχειας (δηλαδή η αδυναμία πρόσβασης και κάλυψης αναγκών σε ηλεκτρισμό, θέρμανση, ψύξη), όπου η χώρα μας πρωτοστατεί με 18-20% του πληθυσμού να δηλώνουν δυσκολία να καλύψουν τις ενεργειακές τους ανάγκες. Στην αρχικό σχέδιο δεν υπήρχε καμία πρόβλεψη για μία εθνική στρατηγική πρόληψης και καταπολέμησης της ενεργειακής φτώχειας, σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση. Σαν μέτρο θεωρήθηκε η επιδότηση πετρελαίου θέρμανσης, κάτι το οποίο διεθνώς είναι αναποτελεσματικό και μη διαρθρωτικό, καθώς δεν επιλύει οριστικά το πρόβλημα για τα ευάλωτα νοικοκυριά. Η λύση μπορεί να έρθει από την χρηματοδότηση ολοκληρωμένων ενεργειακών αναβαθμίσεων των κτιρίων, μαζί με την παροχή δωρεάν φωτοβολταϊκών πάνελ ή μεριδίων σε ενεργειακές κοινότητες, για να παράγουν οι ίδιοι οι ενεργειακά ευάλωτοι πολίτες την καθαρή ενέργεια που καλύπτει τις ανάγκες τους.

Το τρίτο, άμεσα σχετιζόμενο σημείο, είναι η ενίσχυση και διεύρυνση των υπαρχόντων προγραμμάτων ενεργειακής εξοικονόμησης (όπως το Εξοικονομώ – Αυτονομώ). Θα πρέπει να αλλάξουν τα κριτήρια αξιολόγησης για να είναι οικονομικά αποδοτικά και να επιτυγχάνουν τις μέγιστες εξοικονομήσεις στα κτίρια (σχετικά αιτήματα έχουν κάνει και οι εθνικοί φορείς αλλά και το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συμβούλιο). Επιπλέον, ενώ μέχρι τώρα τα προγράμματα επικεντρώνονται στα ιδιωτικά κτίρια, έχοντας μικρό αριθμό δημοσίων κτιρίων (σχολείων, νοσοκομείων, ή αθλητικών εγκαταστάσεων) με παρεμβάσεις, θα πρέπει τα νέα προγράμματα να περιλαμβάνουν γραφεία, επαγγελματικά και βιομηχανικά κτίρια, καθώς και κτίρια μικτής χρήσης. Οι δε δράσεις που θα περιλαμβάνονται να αφορούν συνολική αναβάθμιση και θωράκιση, όπως φυσικά είναι η ενεργειακή αναβάθμιση αλλά πρέπει να περιλαμβάνονται και άλλες (όπως στατικός έλεγχος, αντισεισμική ενίσχυση, πυρασφάλεια), για να ενισχύεται συνολικά η ανθεκτικότητα των κτιρίων στα ακραία φαινόμενα. Τέταρτον, όσον αφορά στην ηλεκτροκίνηση, το σχέδιο εστιάζει στα ιδιωτικά οχήματα, ενώ δεν αναφέρεται σε ηλεκτρικά μέσα δημόσιας μεταφοράς (π.χ. συγκοινωνίες), και υπάρχει ασάφεια για την επάρκεια του ηλεκτρικού δικτύου, όσο και των προσδοκώμενων επενδύσεων για τη δημιουργία του αναγκαίου εκτεταμένου εθνικού δικτύου ταχυφορτιστών.

Πέμπτο, οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις των νησιωτικών περιοχών με υποθαλάσσια ηλεκτροδότηση, ένα απολύτως αναγκαίο εθνικό έργο για την αντικατάσταση των ρυπογόνων πετρελαϊκών μονάδων στα νησιά, βρίσκεται σε κίνδυνο να μη χρηματοδοτηθεί τελικά. Ένα τέτοιο έργο θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί κατά 60% εκτός Ταμείου Ανάκαμψης, από ένα ποσό της τάξης του ενός δισ. ευρώ, μέσω της διάθεσης πρόσθετων δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από την ΕΕ, κάτι που έχουν αφήσει ανεκμετάλλευτο η τωρινή και η προηγούμενη κυβέρνηση. Με την αναθεώρηση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για το Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών Αερίων Θερμοκηπίου, η Ελλάδα δικαιούται να παραλάβει από το Ευρωπαϊκό απόθεμα πρόσθετα 25 εκ. δικαιώματα, από την πώληση των οποίων θα πρέπει να χρηματοδοτήσει την απανθρακοποίηση των νησιών της. Αν δεν τα αξιοποιήσει, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα μπορέσει να «βρει» αυτά τα κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης. Το θέμα αυτό είναι πολύ σημαντικό για την επιβίωση των νησιών και την αύξηση του ηλεκτρικού τους χώρου, που αποτελεί θεμελιώδες ζήτημα ενεργειακής δημοκρατίας.

Τέλος, η κάλυψη του κόστους του ελλειμματικού ταμείου για τη στήριξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΕΛΑΠΕ), που δημιούργησε πολύ σοβαρό πρόβλημα στην αγορά, υπάρχει η προσδοκία πως μπορεί να γίνει από το Ταμείο Ανάκαμψης. Καθότι όμως το Ταμείο ρητά δηλώνει ότι δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται για να κλείνει δημοσιονομικά ή ταμειακά ελείμματα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δε θα μπορέσει να το θεωρήσει επιλέξιμη δαπάνη. Θα πρέπει να αναζητηθεί μία βιώσιμη λύση, από εγχώριους πόρους.

Για οποιοδήποτε τέτοιο σχέδιο που καθορίζει το μέλλον της χώρας, προκειμένου να τύχει της απαραίτητης κοινωνικής αποδοχής για την εφαρμογή του, οι πολίτες και οι αρμόδιοι φορείς πρέπει να έχουν λόγο κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής του. Άλλωστε, με βάση και τον κανονισμό Διακυβέρνησης της ΕΕ, απαιτείται συνδιαμόρφωση των μέτρων με τους άμεσα ενδιαφερόμενους, όπως επίσης, διαφάνεια και αιτιολόγηση γιατί κάποια μέτρα προκρίνονται έναντι άλλων. Μόνο έτσι θα μπορέσει να επιτευχθεί η απαραίτητη κοινωνική συναίνεση για τις τόσο μεγάλες αλλαγές που θα επιχειρηθούν, ώστε να αξιοποιηθούν τα χρήματα για την πραγματική ενεργειακή και αειφόρα ανάκαμψη της χώρας.

 

(αναδημοσίευση από Καθημερινή Κυριακής, 21/3/2021)