Γιατί δεν εφαρμόζεται το πλαφόν στην Ελλάδα;
Μεγάλη είναι η συζήτηση για το πλαφόν και την προσπάθεια πολλών χωρών (το περίφημο «μπλοκ των 15») να αποφασιστεί στην Ευρώπη, με την Ελλάδα να πρωτοστατεί.
Πράγματι το πλαφόν μπορεί να περιορίσει τα υπερκέρδη των προμηθευτών αερίου και συνεπαγόμενα την πληθωριστική πίεση στις ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Όμως, οι Γερμανοί το μπλοκάρουν φοβούμενοι την ασφάλεια εφοδιασμού, καθώς για αυτούς η κρίση είναι κατά βάση κρίση επάρκειας, και ένα πλαφόν μπορεί να διώξει προμηθευτές προς άλλες αγορές. Αντίθετα, για τον Νότο και την χώρα μας, είναι μία τεράστια κρίση κόστους. Για αυτό και το πλαφόν έχει κρίσιμο ρόλο να παίξει.
Εντύπωση λοιπόν προκαλεί γιατί δεν εφαρμόζει η Ελλάδα το πλαφόν στην εσωτερική της αγορά ενέργειας, καθώς κάτι τέτοιο δεν χρειάζεται καμία έγκριση από τις Βρυξέλλες.
Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Όλη η ουσία είναι το πλαφόν στη λιανική, στο ρεύμα.
Αν δει κανείς τα νούμερα, θα γίνει αντιληπτή η χρησιμότητά του. Η επιβολή ενός πλαφόν στα 15-17 λεπτά/κιλοβατώρα για τα νοικοκυριά σημαίνει πως οι εταιρείες προμήθειας ηλεκτρισμού δεν θα επιτρέπεται να πωλούν (για όσο διαρκεί η κρίση) το ρεύμα σε τιμή πάνω από τα 15-17 λεπτά. Με τα γνωστά κόστη στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου, αυτό σημαίνει ότι οι εταιρείες προμήθειας θα πωλούν κάτω του κόστους. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το έχει επιτρέψει αυτό εδώ και μήνες και έχει εντάξει τις ρυθμιζόμενες τιμές λιανικής (όπως είναι το πλαφόν) στη βασική εργαλειοθήκη που έχει προτείνει στα κράτη μέλη. Κάθε μήνα λοιπόν θα έρχεται το κράτος (ΥΠΕΝ και ΡΑΕ) και θα υπολογίζει ένα εύλογο επίπεδο τιμής για την πώληση ενέργειας σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, με βάση τις διακυμάνσεις στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού, τα χρηματιστήρια φυσικού αερίου, και άλλες παραμέτρους. Αφού υπολογιστεί αυτό το εύλογο επίπεδο τιμής, η κυβέρνηση θα αποζημιώνει σε μηνιαία βάση τους προμηθευτές για τη διαφορά μεταξύ του εύλογου επιπέδου και του πλαφόν. Εάν για παράδειγμα τον Νοέμβριο το εύλογο επίπεδο τιμής είναι στα 28 λεπτά, η κυβέρνηση θα δώσει σε κάθε προμηθευτή τη διαφορά (28-15) για κάθε κιλοβατώρα που αυτός πούλησε σε τελικούς καταναλωτές.
Στο σημερινό σύστημα που εφαρμόζει η κυβέρνηση, ο προμηθευτής αποφασίζει αυτός και πουλάει στα 38 λεπτά. Έτσι, η κυβέρνηση δίνει επίδομα 23 λεπτά στον καταναλωτή για να έχει τελικό κόστος τα 15 λεπτά. Συνεπώς, στην εφαρμογή του πλαφόν στην λιανική, η επιδότηση είναι 13 λεπτά για κάθε κιλοβατώρα, ενώ με το ισχύον σύστημα 23 λεπτά.
Αυτά τα 10 λεπτά ανά kWh τον μήνα είναι 400 – 500 εκατ. € τον μήνα λιγότερα για τον κρατικό προϋπολογισμό.
Επομένως, το πλαφόν στην λιανική, που το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής προτείνει από την αρχή της ενεργειακής κρίσης, έχει πολύ μικρότερες ανάγκες για επιδόματα από τον κρατικό προϋπολογισμό. Επιπλέον, η πρόταση του ΠΑΣΟΚ προβλέπει ότι οι εταιρείες παραγωγής ηλεκτρισμού θα συνεισφέρουν στη μείωση των λογαριασμών. Δηλαδή ένα μέρος από τα 13 λεπτά θα προέρχεται από τις εταιρείες παραγωγής ηλεκτρισμού και ένα μέρος θα το εισφέρει ο κρατικός προϋπολογισμός.
Βέβαια, και η κυβέρνηση λέει τώρα ότι θα προχωρήσει σε έξτρα φορολόγηση των υπερκερδών των εταιρειών προμήθειας, προκειμένου να μειώσει αυτά τα 23 λεπτά που χρειάζεται για επιδότηση. Όμως, αυτό είναι μια έωλη πολιτική, καθώς κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πόσα χρήματα και πότε θα μπουν στα κρατικά ταμεία. Μέχρι σήμερα τα αποτελέσματα από την είσπραξη των παλιών υπερκερδών των ηλεκτροπαραγωγών (του Οκτωβρίου 2021 – Μαρτίου 2022), 8 μήνες μετά, είναι ένα τεράστιο μηδενικό. Ενώ, στην πρόταση του ΠΑΣΟΚ δεν δημιουργούνται υπερκέρδη των εταιρειών προμήθειας, συνεπώς δεν χρειάζεται ούτε φορολόγηση, ούτε έκτακτη εισφορά, ούτε νέα μέτρα.
Η λύση λοιπόν υπάρχει, είναι περισσότερο δίκαιη και δημοσιονομικά
αποτελεσματικότερη από το σύστημα που εφαρμόζεται σήμερα. Η πολιτική βούληση
δεν υπάρχει.